Oι ανησυχίες για την πορεία των τιμών του φυσικού αερίου και του ηλεκτρισμού δείχνει να επανέρχεται στην αγορά, καθώς η τιμή του φυσικού αερίου επέστρεψε χθες πάνω από τα 30 ευρώ ανά μεγαβατώρα. Με ένα άλμα 8,17%, η τιμή του TTF στο συμβόλαιο Σεπτεμβρίου έκλεισε στα 31,120 ευρώ/MWh
Παρότι οι τιμές αυτές απέχουν κατά πολύ από τα υψηλά του 2022, ωστόσο προβληματίζουν για το ενδεχόμενο αναζωπύρωσης των αυξητικών τάσεων όσο πλησιάζει ο χειμώνας.
Στην εγχώρια αγορά ηλεκτρισμού, η οποία αντανακλά τις τιμές ΤΤF του προηγούμενου μήνα, η μέση τιμή χθες διαμορφώθηκε στα 122,52 ευρώ/MWh και ήταν η ακριβότερη στην Ευρώπη.
Παρότι ο λογαριασμός ρεύματος για τα νοικοκυριά τον Ιούλιο και τον Αύγουστο ήταν ελαφρά χαμηλότερος από τα επίπεδα του Ιουνίου, ο συνδυασμός της αύξησης της τιμής χονδρικής τον Ιούλιο, μαζί με τις ανατιμήσεις που αναμένονται από τον Σεπτέμβριο στα τέλη των δικτύων του ΑΔΜΗΕ και του ΔΕΔΔΗΕ προοιωνίζονται μία αύξηση στον λογαριασμό του οικιακού καταναλωτή.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η μέση τιμή στην Αγορά Επόμενης Ημέρας τον Ιούνιο στην Ελλάδα ήταν στα 91,49 ευρώ/MWh και αυξήθηκε στα 112,68 ευρώ/MWh τον Ιούλιο.
Προς το παρόν πάντως και σύμφωνα με την έκθεση της ΗΕΡΙ για τις τιμές του ρεύματος σε 33 ευρωπαϊκές πόλεις τον Ιούλιο, η τιμή στην Αθήνα ( που είναι ίδια για όλη τη χώρα), συμπεριλαμβανομένων των λοιπών χρεώσεων (δίκτυα, φόροι κλπ) διαμορφώθηκε στα 24,08 σεντς/Kwh, κάτω από τα 29,93 σεντς/KWh, που ήταν ο μέσος όρος 15 ευρωπαϊκών χωρών.
Σε σχέση με τον Ιούλιο του 2022, τα ευρωπαϊκά τιμολόγια ρεύματος εμφανίζουν μία πτώση 6% αλλά σε σχέση με τον Ιούνιο παρουσιάζουν μία ελαφρά άνοδο 2%. Ωστόσο η αύξηση αυτή, οφείλεται κυρίως στις μεγάλες αυξήσεις που εμφάνισαν οι τιμές σε ορισμένες χώρες, οι οποίες απέσυραν τα μέτρα στήριξης. Μάλιστα οι αυξήσεις αυτές ήταν τόσο μεγάλες που υπερκάλυψαν τις μειώσεις τιμών, που καταγράφηκαν στις περισσότερες χώρες.
Είναι ενδιαφέρον το γεγονός ότι σε αρκετές χώρες, οι μειώσεις στον τελικό λογαριασμό, δεν προήλθαν από τη χρέωση ενέργειας αλλά κυρίως από φορολογικές απαλλαγές και φορολογικά κίνητρα που έδωσαν οι κυβερνήσεις προκειμένου να ενθαρρύνουν τη στροφή των καταναλωτών στη χρήση ηλεκτρισμού για θέρμανση. Χαρακτηριστικά είναι τα παραδείγματα της Ολλανδίας και του Λουξεμβούργου.
Μία άλλη σημαντική αλλαγή που έφερε η κρίση είναι η ανακατάταξη ανάμεσα στα σταθερά τιμολόγια ρεύματος και στα κυμαινόμενα.
Πριν από την ενεργειακή κρίση, σύμφωνα με τη μελέτη της ΗΕΡΙ, τα σταθερά τιμολόγια και τα κυμαινόμενα είχαν παρεμφερείς τιμές με τα σταθερά τιμολόγια να είναι κατά τι φθηνότερα, καθώς μετρίαζαν το ρίσκο για τον προμηθευτή. Ωστόσο, για τους περισσότερους πελάτες τα σταθερά τιμολόγια δεν ήταν η πρώτη τους επιλογή, αν και στις πιο ώριμες αγορές, οι ενεργοί πελάτες έτειναν να επιλέγουν σταθερές τιμές.
Μετά την κρίση, οι όροι έχουν αντιστραφεί. Τα σταθερά τιμολόγια ρεύματος , όπου είναι διαθέσιμα -καθώς σε αρκετές χώρες οι προμηθευτές σταμάτησαν να τα προσφέρουν από τις αρχές ή από τα μέσα της κρίσης- τώρα τείνουν να είναι υψηλότερα από τα κυμαινόμενα τιμολόγια, σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις, με πολύ μεγάλη διαφορά μεταξύ τους.
Η μέση τιμή των σταθερών τιμολογίων στο δείγμα της μελέτης διαμορφώνεται στα 32,13 σεντς /kwh, ενώ η μέση τιμή Ιουλίου στα κυμαινόμενα τιμολόγια ήταν τα 29,93 σεντς/kWh.
Οσο για την πόλη με το ακριβότερο ρεύμα στην Ευρώπη τον Ιούλιο, τα πρωτεία κατέχουν το Δουβλίνο και το Λονδίνο, ακολουθούμενες από την Πράγα, τη Ρίγα και το Βερολίνο.